Να 'ναι η ματαιοδοξία κι ο φόβος απέναντι στο χρόνο και κατ’ επέκταση στο θάνατο; Να ’ναι η χαρά της δημιουργίας; Η γλύκα του να κοιτάς τον καθρέφτη και να σου χαμογελά; Η ικανοποίηση ότι η ψυχή ζει μέσα σ’ ένα ωραίο και περιποιημένο κορμί; Οποια κι αν είναι αυτή η δύναμη, είναι πολύ παλιά και ώθησε αμέτρητες γενιές ανθρώπων μέχρι και κοπριές να βάλει στο πρόσωπο ή τρομερά δηλητήρια. Σκεφτείτε ότι οι γυναίκες στην αρχαιότητα έκαναν αποτρίχωση με αλοιφές που είχαν βάση το αρσενικό και το μόλυβδο.
του Θανάση Βικόπουλου
Στη χώρα των Φαραώ, η περιποίηση προσώπου και σώματος... έβραζε σ’ ένα καζάνι όπου συνυπήρχαν μαγεία, θρησκεία, φαρμακολογία, χημεία και ιατρική. Ο ιερέας, υπηρέτης των θεών, όφειλε να είναι πάντοτε ξυρισμένος -μέχρι και στο κεφάλι- και καθαρός. Ξυρισμένος και καθαρός όφειλε να είναι και ο απλός πολίτης, όχι μόνον από σεβασμό προς τους θεούς, αλλά και για να αποφεύγει τις βασανιστικές ψείρες. Η δυσάρεστη οσμή του σώματος ήταν δείγμα κακής ανατροφής και έπρεπε να αντιμετωπίζεται. Βασική συνταγή, οι μικροί σβώλοι αλεσμένου χαρουπιού, που έτριβαν Αιγύπτιοι και Αιγύπτιες στα σώματά τους, ή η επάλειψη μείγματος λιβανιού και χυλού βρώμης στα άκρα του σώματος.
Απ' την κορυφή ως τα νύχια
Αδιάψευστος μάρτυρας του ανθρώπινου φόβου απέναντι στο χρόνο, η συνταγή κρέμας για την καταπολέμηση των ρυτίδων, την οποία έφερε στην επιφάνεια η αρχαιολογική σκαπάνη: αλεσμένο λιβάνι, κερί, λάδι από moringa και κύπερος ανακατεμένα με χυμούς φυτών. Για τη σταθεροποίηση των χτενισμάτων χρησιμοποιούσαν ένα μείγμα από κερί μελισσών και ρητίνη, ενώ η θεραπευτική λοσιόν για το άσπρισμα των μαλλιών ήταν βρασμένο αίμα μαύρου βοδιού ή μοσχαριού. Εναλλακτική λύση, μία αλοιφή από κοπανισμένο μαύρο κέρατο γαζέλας και λάδι. Οι κυρίες του Νείλου ήταν γενναίες, αν αναλογιστεί κανείς ότι για τη βαφή των ματιών χρησιμοποιούσαν μείγμα από καμένα αμύγδαλα, οξειδωμένο χαλκό, δύο διαφορετικού χρώματος μεταλλεύματα χαλκού, μόλυβδο, στάχτη και ώχρα. Το κόκκινο ή κίτρινο χρώμα των νυχιών ήταν δουλειά της χένας, ενώ στα μάγουλα έβαζαν μείγμα κόκκινης αργίλου και νερού.
Και ολίγη ιατρική
Κυρίαρχοι των θαλασσών και κατ’ επέκταση του εμπορίου, αρχικά οι Κορίνθιοι και οι Ροδίτες (8ος και 7ος αιώνας π.Χ.) και, στη συνέχεια, οι Αθηναίοι (6ος και 5ος αιώνας π.Χ.), έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη μεταφορά της σχετικής με την περιποίηση γνώσης. Οι αιγυπτιακές πρακτικές εισάγονται στην Ελλάδα, η οποία μετατρέπει ωστόσο το μυστικισμό και την τελετουργία της Αιγύπτου σε κάτι διαφορετικό. Η περιποίηση δεν αποτελεί πλέον δείγμα σεβασμού προς τους θεούς, αλλά προς τον ίδιο τον άνθρωπο. Οι Ελληνες θέλουν να αρέσουν ο ένας στον άλλον. Παράλληλα, όμως, μελετούν και την ιατρική χρήση διαφόρων σκευασμάτων. Στην Αθήνα του 7ου αιώνα π. Χ., τα καλλυντικά βρίσκουν στέγη χάρη στην ανάπτυξη της τάξης των αρωματοποιών. Μαντζουράνα, κρίνος, θυμάρι, φασκόμηλο, γλυκάνισος, τριαντάφυλλο και ίριδα έμπαιναν σε ελαιόλαδο, αμυγδαλέλαιο, καστορέλαιο και λινέλαιο, σχηματίζοντας παχύρρεστες αλοιφές, που διατηρούνταν σε μικρά κεραμικά βάζα.
Ακρότητες
Κι αν οι Ελληνες προσέδωσαν στην περιποίηση μια ερωτική νότα, στη Ρώμη, έλαια, βαφές και κρέμες έγιναν εργαλεία ηδονής. Η μοναδική «αξιοπρεπής» χρήση των καλλυντικών ήταν όταν τα έκαιγαν σε περιόδους λοιμών, με στόχο να απομακρύνουν δαίμονες και κακά μάτια. Τότε, γεννήθηκε και ο όρος Perfume (Per=Διά μέσου, Fumum= Καπνός).
Η χρήση αρωμάτων στην αρχαία Ρώμη γινόταν σε τόσο μεγάλο βαθμό που πολλές φορές προκαλούσε σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Το 54 μ.Χ., ο Νέρωνας ξόδεψε το αμύθητο για την εποχή ποσό των 100.000 σημερινών δολαρίων μόνο και μόνο για να αρωματίσει ένα πάρτι. Η Ρώμη συνέβαλε στη διατήρηση, αλλά και τη συνέχιση βασικών συνταγών και άφησε κληρονομιά τα εξαιρετικά λουτρά της. Διαδεδομένα ήταν και τα λασπόλουτρα, γνωστά για τις ιαματικές τους ιδιότητες, αλλά και κάποια άλλα -κρατήστε τη μύτη σας- όπου στη λάσπη πρόσθεταν κόπρανα κροκόδειλου. Οι γυναίκες μακιγιάρανε τα μάτια με κοχόλ, που ήταν τριμμένοι κρύσταλλοι γαληνίτη, κι όταν ήθελαν να βάψουν τα μαλλιά τους ξανθά χρησιμοποιούσαν σάπο (μείγμα λίπους και στάχτης οξιάς) ή χένα.
Παστρικές δουλειές
Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, η άνοδος της Βενετίας και οι Σταυροφορίες αποτέλεσαν σημαντικούς παράγοντες για την εισαγωγή υλικών προς περιποίηση, παρά το γεγονός ότι η Καθολική Εκκλησία πρότεινε στη γυναίκα κοινωνική αφάνεια και σεμνότητα. Δυστυχώς, η περιποίηση της εποχής στόχευε κυρίως στην ταξική διάκριση. Η φτωχολογιά, που ολημερίς δούλευε στα χωράφια και τους αμπελώνες, χαρακτηριζόταν από ηλιοκαμένα κορμιά. Η άρχουσα τάξη, και κυρίως οι γυναίκες της, έπρεπε να διαφέρει. Γεννιέται, λοιπόν, το κατάλευκο πρόσωπο, που το αποκτούσαν όχι μόνον αποφεύγοντας τον ήλιο, αλλά και βάφοντάς το με κρέμες και πούδρες άκρως επικίνδυνες, αν αναλογιστεί κανείς ότι μεταξύ των υλικών περιελάμβαναν και το μόλυβδο. Οι άνθρωποι του Μεσαίωνα αγαπούσαν το μπάνιο. Το σαπούνι τους ήταν ένα μείγμα από λίπος αρνιού, στάχτη ξύλου ή ποτάσα και σόδα. Το 12ο αιώνα, τα σαπούνια έγιναν πιο σκληρά και περιείχαν ελαιόλαδο, σόδα, μοσχολέμονο και αρωματικά βότανα.
Ρουζ για... άνδρες
Η περιποίηση του προσώπου, ως τρόπος ένδειξης της κοινωνικής θέσης, υιοθετήθηκε και κατά την Αναγέννηση, που κατήργησε ωστόσο τα λουτρά, τα οποία παρέμειναν κλειστά ως τη Γαλλική Επανάσταση. Ηταν η εποχή που τα αρώματα παρουσίασαν άνθηση, καθώς είχαν αντικαταστήσει σε μεγάλο βαθμό την καθαριότητα με νερό και σαπούνι. Το μακιγιάζ καλλιεργήθηκε, επίσης, τόσο πολύ, που το χρησιμοποιούσαν ακόμη και οι άνδρες. Η γυναίκα του 18ου αιώνα είχε πλέον στη διάθεσή της το κερί για αποτρίχωση -εμφανίστηκε το 1742-, άλειφε το πρόσωπο με στουπέτσι και το τόνιζε με έντονο κόκκινο στα χείλη και τα μάγουλα.
Η αρρώστια σού πάει πολύ
Από το 19ο αιώνα και μετά, τα υπερατλαντικά ταξίδια, η άνθηση του θεάτρου, του χορού και, κυρίως, του κινηματογράφου έδωσαν μια άλλη διάσταση στον κόσμο της περιποίησης. Παράλληλα, οι ιατρικές ανακαλύψεις έβαλαν φραγμό σε σειρά από καταστροφικούς χυλούς και σκόνες κι έδωσαν πραγματικό νόημα σε αυτό που λέμε ομορφιά και υγεία.
Ωστόσο, στις αρχές του 1900 γίνεται μόδα το χλωμό πρόσωπο που εμφάνιζαν οι χτυπημένες από φυματίωση γυναίκες. Ξαφνικά «it was chic to look sick». Οι κυρίες που δε νόσησαν από τη θανατηφόρο ασθένεια, προκειμένου να μοιάσουν στις άρρωστες, έπιναν ξύδι και αρσενικό και έριχναν το δηλητηριώδες υγρό μπελαντόνα στα μάτια τους. Στόχος, να διαστείλουν την κόρη και να αποκτήσουν ένα ονειρικό, ομιχλώδες βλέμμα. Μπρος στα κάλλη τι είναι ο πόνος, αλλά όχι κι έτσι, βρε κορίτσια…
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment