Της Σόνιας Ταλαντινού
Οι Κινέζοι είναι ο αγαπημένος λαός των Ελλήνων. Οι Κινέζοι δεν έχουν τη λέξη τσίπα και φιλότιμο στο λεξικό τους. Εμείς δαιτεινόμαστε ότι οι λέξεις δε μεταφράζονται, αλλά και που τις έχουμε δεν ξέρουμε ούτε την ερμηνεία ούτε την πρακτική τους. Επίσης, οι κοριοί είναι αρκετά προσφιλείς μας. Ιδιαίτερα, οι ψόφιοι.
«Δεν έχουμε καμία ευθύνη. Φταίει το παιδί που δεν πήγε στην έξοδο. Εγώ τι να σας κάνω». Αυτές ήταν οι απαντήσεις ενός υπεύθυνο-ανεύθυνου ελληνικής αεροπορικής εταιρίας στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης για ένα συνεπιβάτη μας που έμεινε πίσω -στο αεροδρόμιο της Βαρκελώνης-, επειδή αδιαθέτησε και δεν πρόλαβε και χάθηκε και κανείς από εμάς δεν τον αναζήτησε και ο αρχηγός της εκδρομής δε νοιάστηκε και η εταιρία δεν έκανε τις προβλεπόμενες ανακοινώσεις από τα μεγάφωνα. Ποιος φταίει; Ολοι από λίγο. Ποιος πήρε την ευθύνη; Κανείς! Ως συνήθως. Το μόνο που πήραμε ήταν τις βαλίτσες μας και... σπίτι.
Από το δημοτικό ακόμα θυμάμαι τους μάγκες του σχολείου. Πρώτοι στην αναμπουμπούλα κι όταν ερχόταν η ώρα να πέσουν κεφάλια, δεν άνοιγε ρουθούνι. Ολοι σφύριζαν κλέφτικα ή μάλλον κινέζικα. Στην πενταήμερη, όλοι αρχηγοί στη μαλακία, αλλά όταν ερχόταν η ώρα της απονομής ευθυνών -αυτή την έκρφραση δε χρησιμοποιούν οι υπεύθυνοι πολιτικοί μας;- κανείς δεν είχε δει, κάνει ή ακούσει τίποτα. Στο πανεπιστήμιο, πάλι, όλοι μέσα για την «αντίσταση» και την αντίδραση, αλλά όταν ερχόταν η ώρα να μιλήσουμε όλοι τον Κινέζο.
Και ύστερα.... ήρθαν οι πολιτικοί, τα δελτία ειδήσεων, το Δημόσιο, οι συνάδελφοι, η ενήλικη ζωή, οι γνωστοί,... οι μέλισσες.
Κι όλο αυτό γιατί κανείς δε νοιάζεται. Γιατί αν όλοι ενδιαφερόμασταν πραγματικά λίγο περισσότερο δε θα φοβόμασταν να πούμε τη γνώμη μας, να βγούμε μπροστά, να υπερασπιστούμε ανθρώπους, καταστάσεις και απόψεις. Γιατί είμαστε όλοι σε καταστολή και δεν αντιδρούμε σε τίποτα. Η χαρά του Λεξοτανίλ! Γιατί είμαστε τόσο βλάκες που δεν κατανοούμε ότι το νοιάξιμο είναι δύναμη, αλλά και χαρά. Ετσι, κερδίζεις εκτίμηση, θαυμασμό, φιλίες, ανθρώπους, χαμόγελα, αγάπη, άντε, και ψηφοφόρους, κι έτσι νιώθεις τελικά, δυνατός.
Η αδιαφορία σκοτώνει. Ευτυχώς που υπάρχουν τα τσιτάτα για να μας κάνουν να νιώθουμε καλά. Ε, όχι και αδιάφοροι, σκεφτόμαστε αυτομάτως. Ευτυχώς, η λέξη ηχεί πολύ πιο όμορφα από την ίδια την έννοια και πολύ περισσότερο από την ίδια την αδιαφορία. Να, κοίτα με, ρίχνω ένα κέρμα στο φτωχό του δρόμου, δίνω μερικά παλιά μου ρούχα και παπούτσια, μαλώνω με φίλους για την οικολογία, τη φτώχεια, την οικονομία, τον πόλεμο και την αδικία. Δες με, έχω απόψεις, είμαι έτοιμη να πλακωθώ στο ξύλο κι έχω θυμό, πολύ θυμό για όσα βλέπω γύρω μου. Καμιά φορά νώθω τύψεις και ντροπή. Δεν είμαι πολύ υπεύθυνη; Α, κάνω και ανακύκλωση, όποτε θυμάμαι.
Κάνε ένα τεστ. Σκέψου ποια ήταν η τελευταία φορά που νοιάστηκες ειλικρινά, τόσο ώστε να πάρεις την ευθύνη; Πότε κοίταξες με ενδιαφέρον το διπλανό σου; Πότε πήρες το μέρος ενός αδύνατου; Πότε βοήθησες κάποιον χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα; Πότε φώναξες δυνατά για κάτι; Πότε έκανες κάτι, αφού το φώναξες δυνατά; Πότε κοίταξες στα μάτια κάτι ή κάποιον και πήρες την ευθύνη για την αδιαφορία σου; Αλήθεια, πότε ένιωσες άνθρωπος τελευταία;
Sunday, April 1, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment