Της Σόνιας Ταλαντινού
Σου έχει τύχει ποτέ να ακούσεις ένα κομμάτι κι επειδή δεν αντέχεις άλλο, να αλλάζεις σταθμό ή να το κλείνεις; Ναι, ε; Πιθανότατα να είσαι ένας ακόμα ευαίσθητος, που ζωγραφίζει τη μουσική.
Η δεύτερη δασκάλα μου στο πιάνο, η κ. Μιράντα, για να με βοηθήσει να κατανοήσω ένα κομμάτι μου είχε πει κάποτε να φανταστώ ότι έξω χιονίζει, ο Μίκι με τη Μίνι είναι μέσα στο σαλόνι του πέτρινου σπιτιού τους, το τζάκι έχει μια φλόγα δαιμονισμένη και αυτοί χορεύουν και τρώνε φιστίκια. Από τότε, όταν ακούω μουσική… τη βλέπω κιόλας. Και είναι κοντά μου αυτοί που έφυγαν και ζωντανεύουν οι αναμνήσεις που ταξίδεψαν στη λήθη, όπως πίστευα. Ισως γι’ αυτό όταν θέλω να θυμηθώ ή όταν έχω τις μαύρες μου βάζω τα δάχτυλα στα πλήκτρα. Γιατί δεν μπορώ να ζωγραφίσω.
«Μουσική είναι ο κόσμος άλλη μια φορά». Αυτό, το είπε ο Σοπενχάουερ. Μουσική είναι ο κόσμος και μάλιστα, πολλές φορές. Αυτό, το λέω εγώ. Πριν λίγες μέρες στο ταξί, που είχα στα αφτιά μου τα ακουστικά από τα walkman, κάτι που συνηθίζω ακόμη κι όταν περπατάω -ο τελειότερος τρόπος να σε πατήσει αυτοκίνητο στην Τσιμισκή- άκουσα στο καπάκι το «Casablanca» και το «Tokyo Rose» του Μπέρντι Χίγκενς (ας με συγχωρέσουν οι επαγγελματίες αν οι τίτλοι δεν είναι αυτοί ακριβώς). Και η μπομπίνα άρχισε να γυρίζει.
Και είδα το «Mobile» με την πισίνα, λίγο πριν την Καλλιθέα, και το παλιό «Ahoy» με το καράβι, το σκίρτημα, το ευλογημένο timing, το «Cinema» και τη «Ματέρκα» στην Περαία, την πρώτη λαθραία από τους γονείς εκδρομή στη Θάσο, τον έρανο των κοριτσιών να μαζευτούν τα χρήματα που δεν είχα, την πενταήμερη, τον Μπαχαράκη και τα αυτοκίνητα που περίμεναν στην παραλία, την κόκκινη Lancia, τα Nike, τη σπασμένη προφορά, την ανοησία, τη φυγή, το τελευταίο αντίο, τη βάρκα, το πιο λευκό χαμόγελο. Τα είδα όλα ξανά τόσο καθαρά, όλα μια μελωδία, μια απλή μελωδία, που έγιναν ύλη, υγρή ύλη και κάθισε στα μάτια. Αλήθεια, τα δάκρυα από πού ξεκινάνε και που χάνονται;
Συνδέω πάντα ανθρώπους, καταστάσεις και μέρη με μουσικές κι έτσι είναι δύσκολο να τους ξεχάσω. Αποτελούν μια νότα, μια μελωδία, ένα κομμάτι, πολλά τραγούδια, την προσωπική μου σονάτα. Και όλα είναι πρόσωπα, μυρωδιές, εικόνες, ξεγνοιασιά, μελαγχολία. Και όλα μοιάζουν με παρτιτούρες, με πολλές γραμμές, μαύρα σημάδια και πολλά λευκά κενά. Οπως οι αναμνήσεις.
Νομίζω ότι αν μου απαγόρευαν ποτέ τη μουσική θα ήταν σαν να με λοβοτομούσαν. Η μνήμη θα έχανε την απεικόνισή της και οι νότες δε θα είχαν την Ιθάκη τους.
Στάσου για μια στιγμή και άκου. Θα δεις πολλά, ίσως τον κόσμο άλλη μια φορά, ίσως κι αυτά που αγνοείς επιδεικτικά, αλλά είναι ακόμα εκεί.
Υ.Γ. Το κείμενο γράφτηκε υπό τους ήχους του «Mighty girl» των «Lindstrom and Prins Thomas». Κι όπως μοιράστηκα μ’ ένα φίλο: «Δεν είναι ό,τι πιο μελαγχολικό έχεις ακούσει τελευταία»; «Μπα, δε νομίζω», μου απάντησε. Απλώς, άκουγε μουσική.
Sunday, April 8, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment