Της Σόνιας Ταλαντινού
Ταξιδεύει στη θάλασσα, όπως ακριβώς το είχε ζητήσει. Και τίποτα άλλο. Ενα ταξίδι που συνεχίζεται, αφού προηγήθηκε μια ενδιάμεση στάση, η ζωή. Κάθε χρονιά, τέτοιο μήνα, αυτή ήταν η υπόσχεση όλων: ένα λουλούδι στο Αιγαίο από τη σκάλα της Ν. Φώκαιας. Λευκό, όπως η ψυχή του. Πέρασε πολλά και δύσκολα, όπως οι περισσότεροι πριν την τελευταία έξοδο, όπως οι περισσότεροι που πάσχουν από την επάρατη νόσο. Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί την ονομάζουν έτσι και δεν τη λένε με το όνομά της, καρκίνο. Θαρρείς και οι υπόλοιπες ασθένειες είναι ευλογημένες. Θαρρείς κι αν την προφέρουν θα κολλήσουν.
Δώσαμε, όμως, και μια άλλη υπόσχεση: να τον θυμόμαστε και με τον τρόπο ζωής μας να τον τιμούμε. Γιατί δεν υπάρχει καλύτερο μνημόσυνο γι' αυτόν που έφυγε απ' το να τον συζητάς και να τον θεωρείς παρόν. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή για κάποιον που έφυγε από το να ζεις τη ζωή όσο καλύτερα μπορείς. Αλλωστε, αυτό αποτελεί τιμή και ένδειξη ευγνωμοσύνης και προς την ίδια σου τη ζωή.
Ο πανδαμάτορας, όμως, χρόνος όλα τα πολτοποιεί. Μέχρι που φεύγει και κάποιος άλλος και κάποιος άλλος και κάθε φορά χτυπάει το ίδιο καμπανάκι μέσα σου. Και διαχωρίζεις το ασήμαντο από το σημαντικό και αναδιαμορφώνεις την άποψή σου για τη ζωή. Και μουντζώνεις τον εαυτό σου που αναρωτιόταν, που αγχωνόταν, που έκλαιγε, που φώναζε, που μάλωνε, που δεν είχε ποτέ το σθένος ή το χρόνο για... Για μια συγνώμη κι ένα σ' αγαπώ. Για μια αγκαλιά κι ένα «μπράβο».
Μια φίλη αναρωτιόταν πρόσφατα αν ξέραμε ότι αύριο θα ήταν η τελευταία μας ημέρα τι θα κάναμε. Μάλλον θα κοκαλώναμε, λέω εγώ. Ούτε χαρές, ούτε γλέντια. Ούτε κλείσιμο λογαριασμών ούτε τίποτα. Μόνο ανάσες και ματιές, αλλά με σκοπό να τις πάρουμε μαζί μας. Γιατί ποτέ δεν κοιτάμε ή μυρίζουμε ή ακούμε με προσοχή. Το αύριο είναι πάντα δεδομένο. Πόσο καλύτερος θα ήταν ο κόσμος μας αν απουσίαζαν τα δεδομένα! Κι έρχεται μια μέρα που αυτό που θεωρούσες δεδομένο, φεύγει. Και μένεις με την απορία να τρως τη σκόνη. Μόνος, μ' ένα πελώριο ερωτηματικό κι έναν πόνο.
Το μετά έχει τόση σημασία να το σκέφτεσαι όσο και να το αγνοείς. Αυτό κανείς δεν το ξέρει, ούτως ή άλλως. Μπορεί να τρέχεις στον παράδεισο ή να καίγεσαι στην κόλαση, μπορεί να επιστρέψεις για να κλείσεις παλιούς λογαριασμούς ή να ξανάρθεις ως τίγρης, μπορεί να ανεβείς επίπεδο και να γίνεις ένα ανώτερο ον. Δεν μπορείς να ζεις με το φόβο του θανάτου, ούτε με την αλαζονεία της αθανασίας.
Ο θάνατος, όμως, κάθε φορά έρχεται για να σου πάρει κάτι και σου φέρει κάτι άλλο. Σου θυμίζει τη σημαντικότητα της ζωής και τη σπουδαιότητα των πραγμάτων. Μπορείς να ξεσκαρτάρεις τι σου κάνει καλό και τι σε καταστρέφει. Τι σε ηρεμεί και σε προάγει σαν άνθρωπο και τι σε κρατάει κάτω. Μπορείς να χρησιμοποιήσεις ουσιαστικά τις δυνάμεις σου -σωματικές και ψυχικές-, τις αισθήσεις σου και τα ερεθίσματα. Να ζεις με τη χαρά του αιώνιου και τη σύνεση του θνητού. Και να θυμάσαι, πάντα να θυμάσαι.
Αν βρεθείς ποτέ σε θάλασσα ρίξε ένα λουλούδι. Λευκό, σαν την ψυχή σου.
Sunday, January 28, 2007
Sunday, January 21, 2007
Πόσο μ' αγχώνει αυτή η αγχόνη...
της Σόνιας Ταλαντινού
Η ρακή είναι μεγαλειώδης επινόηση του ανθρώπου. Οχι τόσο για τη γεύση της, αλλά επειδή αποτελεί το τελειότερο συνοδευτικό. Είτε συνοδεύει κολασμένους μεζέδες είτε παρέες είτε βαθυστόχαστες και μη συζητήσεις. Τις προάλλες, βρεθήκαμε με κάτι φίλους στο παλιό, καλό «Απρόοπτο», που ευτυχώς επαναλειτουργεί στο κέντρο της πόλης, για ρακές. Ποτέ δεν καταλαβαίνω πώς ξεκινάει η συζήτηση για δουλειά και πώς καταλήγει πάντα σε φιλοσοφίες περί ζωής και άλλων δοκιμών. Γιατί θα συμφωνήσω απόλυτα με το Φίλιππο Πλιάτσικα που παραδέχθηκε στο Λευτέρη Παπαδόπουλο ότι η ζωή δεν είναι η επίσημη πρεμιέρα, αλλά η πρόβα, η δοκιμή. Εκεί, δηλαδή, όπου καταβάλεις όλη την προσπάθεια και είσαι σίγουρος ότι ξέρεις πλέον τα λόγια. Πιστεύω ότι αν μας άφηναν να πίνουμε ολημερίς και ολονυχτίς μόνο ρακές θα διατυπώναμε μεγάλες αλήθειες για τη ζωή, παρόμοιες με αυτές των προγόνων μας. Λέτε ο Πλάτωνας να το έτσουζε; Στάνταρ!
Κι από τη ρουκέτα στην Αμερικανική πρεσβεία και τις ατομικές μας ελευθερίες που θέλουν να καταστρατηγήσουν ακόμα περισσότερο, βρεθήκαμε να συζητάμε για την αγάπη, τα παιδιά έξω από την οικογένεια, τη σχέση στο γάμο κι αυτό το κάτι που δεν κρατάει ποτέ για πάντα. Η μρ (μετά ρακή) συζήτηση, σαφώς πιο πιπεράτη απ' την πρ (προ ρακή), μου δημιούργησε συνειρμούς. Τις γιορτές μια αγχόνη απασχόλησε τα ΜΜΕ και ήταν αυτή γύρω από το λαιμό του Σαντάμ. Εμάς μας απασχολούν καθημερινά οι δικές μας σφιχτές ή χαλαρές αγχόνες.
Ρώτησα, λοιπόν, ενδεικτικά φίλους και γνωστούς να μου πουν τη δική του ο καθένας κι αυτό που ανακάλυψα ήταν άκρως ενδιαφέρον. Τον καθένα τον πνίγει αυτό που δε θα επέλεγε αν είχε το σθένος να κάνει αυτό που επιθυμούσε, πληρώνοντας το ανάλογο τίμημα. Μοναξιά. Κι, όμως, η μοναξιά είναι μια ξεκάθαρη προσωπική επιλογή. Απογοήτευση. Εννιά φορές να πέφτεις και τη δέκατη να σηκώνεσαι. Μεγαλειώδης η ατάκα της Μάρως Βαμβουνάκη «Μ' αρέσει εκείνος που η ψυχή του είναι πιο βαθιά από την πληγή του». Η σχέση με τους γονείς -από το τι τρως μέχρι το πότε θα παντρευτείς και θα κάνεις παιδιά. Αυτό λέγεται κι αλλιώς προβολή προσωπικών απωθημένων πάνω σε άλλους. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο στην ανθρώπινη ιστορία. Αν ρωτήσεις έναν ψυχαναλυτή θα σου πει ότι τα 2μισι/3 των υποθέσεων που διαχειρίζεται είναι σχετικές. Κόψε τον ομφάλιο λώρο, στηρίξου στα πόδια σου και δέξου τις αδυναμίες τους. Οταν θα κάνεις λιγότερα λάθη απ' αυτούς έλα να τα ξαναπούμε. Δύσκολο; Σχεδόν ακατόρθωτο. Οι σχέσεις με το άλλο φύλο. Το δεύτερο μεγάλο κεφάλαιο. Δεν ξέρω, δεν απαντώ. Ενήλικας είσαι, μια πείρα την έχεις, λίγο μυαλό και καρδιά σου βρίσκονται εύκαιρα. Χρειάζεσαι μόνο μια καλή συνεργασία όλων αυτών. Αν τώρα έχεις παρατεταμένα ανάδρομο Ερμή, δε φταίω. Τα κοινωνικά πρέπει. Ακούστε τη συμβουλή μιας φίλης που ισχυρίζεται: «Κάθε φορά που πιεζόμουν να πράξω σύμφωνα με τα ελληνικά κοινωνικά πρέπει, έπειθα τον εαυτό μου ότι ήμουν Σουηδέζα και λειτουργούσα ανάλογα». Πιάνει, αν δεν έχεις πρόβλημα να σε χαρακτηρίσουν και γραφικό. Οικονομικό. Διεύρυνε τον πνευματικό σου κόσμο για να καταλάβεις με πόσα λίγα υλικά αγαθά μπορείς να είσαι ευτυχισμένος. Εύρεση δουλειάς. Η ζωή μέσα από τις μικρές αγγελίες. Αν δεν έχεις καλό κονέ, ήλπιζε στην τύχη. Ωράρια εργασίας -αφού βρεις τη δουλειά. Μόνο οι μ.... ες δε συμβιβάζονται σ' αυτή τη ζωή. Ανεκπλήρωτοι πόθοι. Ζήτα από τη ζωή αυτό που θες, αλλά με συγκεκριμένες προδιαγραφές, και θα στο 'δώσει. Μπερδέματα. Απλώς ξεμπερδέψου. Μεγάλωσες πια. Αιώνια κενά. Ασ' τα όπως είναι. Αλλιώς δε θα λέγονται αιώνια.
Μια μέρα το είδα το σύνθημα σ' έναν τοίχο και κατάλαβα: «Το κλουβί είναι ανοιχτό, αλλά δε θα βγεις».
Motto: Τον καθένα τον πνίγει αυτό που δε θα επέλεγε αν είχε το σθένος να κάνει αυτό που επιθυμούσε, πληρώνοντας το ανάλογο τίμημα.
Η ρακή είναι μεγαλειώδης επινόηση του ανθρώπου. Οχι τόσο για τη γεύση της, αλλά επειδή αποτελεί το τελειότερο συνοδευτικό. Είτε συνοδεύει κολασμένους μεζέδες είτε παρέες είτε βαθυστόχαστες και μη συζητήσεις. Τις προάλλες, βρεθήκαμε με κάτι φίλους στο παλιό, καλό «Απρόοπτο», που ευτυχώς επαναλειτουργεί στο κέντρο της πόλης, για ρακές. Ποτέ δεν καταλαβαίνω πώς ξεκινάει η συζήτηση για δουλειά και πώς καταλήγει πάντα σε φιλοσοφίες περί ζωής και άλλων δοκιμών. Γιατί θα συμφωνήσω απόλυτα με το Φίλιππο Πλιάτσικα που παραδέχθηκε στο Λευτέρη Παπαδόπουλο ότι η ζωή δεν είναι η επίσημη πρεμιέρα, αλλά η πρόβα, η δοκιμή. Εκεί, δηλαδή, όπου καταβάλεις όλη την προσπάθεια και είσαι σίγουρος ότι ξέρεις πλέον τα λόγια. Πιστεύω ότι αν μας άφηναν να πίνουμε ολημερίς και ολονυχτίς μόνο ρακές θα διατυπώναμε μεγάλες αλήθειες για τη ζωή, παρόμοιες με αυτές των προγόνων μας. Λέτε ο Πλάτωνας να το έτσουζε; Στάνταρ!
Κι από τη ρουκέτα στην Αμερικανική πρεσβεία και τις ατομικές μας ελευθερίες που θέλουν να καταστρατηγήσουν ακόμα περισσότερο, βρεθήκαμε να συζητάμε για την αγάπη, τα παιδιά έξω από την οικογένεια, τη σχέση στο γάμο κι αυτό το κάτι που δεν κρατάει ποτέ για πάντα. Η μρ (μετά ρακή) συζήτηση, σαφώς πιο πιπεράτη απ' την πρ (προ ρακή), μου δημιούργησε συνειρμούς. Τις γιορτές μια αγχόνη απασχόλησε τα ΜΜΕ και ήταν αυτή γύρω από το λαιμό του Σαντάμ. Εμάς μας απασχολούν καθημερινά οι δικές μας σφιχτές ή χαλαρές αγχόνες.
Ρώτησα, λοιπόν, ενδεικτικά φίλους και γνωστούς να μου πουν τη δική του ο καθένας κι αυτό που ανακάλυψα ήταν άκρως ενδιαφέρον. Τον καθένα τον πνίγει αυτό που δε θα επέλεγε αν είχε το σθένος να κάνει αυτό που επιθυμούσε, πληρώνοντας το ανάλογο τίμημα. Μοναξιά. Κι, όμως, η μοναξιά είναι μια ξεκάθαρη προσωπική επιλογή. Απογοήτευση. Εννιά φορές να πέφτεις και τη δέκατη να σηκώνεσαι. Μεγαλειώδης η ατάκα της Μάρως Βαμβουνάκη «Μ' αρέσει εκείνος που η ψυχή του είναι πιο βαθιά από την πληγή του». Η σχέση με τους γονείς -από το τι τρως μέχρι το πότε θα παντρευτείς και θα κάνεις παιδιά. Αυτό λέγεται κι αλλιώς προβολή προσωπικών απωθημένων πάνω σε άλλους. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο στην ανθρώπινη ιστορία. Αν ρωτήσεις έναν ψυχαναλυτή θα σου πει ότι τα 2μισι/3 των υποθέσεων που διαχειρίζεται είναι σχετικές. Κόψε τον ομφάλιο λώρο, στηρίξου στα πόδια σου και δέξου τις αδυναμίες τους. Οταν θα κάνεις λιγότερα λάθη απ' αυτούς έλα να τα ξαναπούμε. Δύσκολο; Σχεδόν ακατόρθωτο. Οι σχέσεις με το άλλο φύλο. Το δεύτερο μεγάλο κεφάλαιο. Δεν ξέρω, δεν απαντώ. Ενήλικας είσαι, μια πείρα την έχεις, λίγο μυαλό και καρδιά σου βρίσκονται εύκαιρα. Χρειάζεσαι μόνο μια καλή συνεργασία όλων αυτών. Αν τώρα έχεις παρατεταμένα ανάδρομο Ερμή, δε φταίω. Τα κοινωνικά πρέπει. Ακούστε τη συμβουλή μιας φίλης που ισχυρίζεται: «Κάθε φορά που πιεζόμουν να πράξω σύμφωνα με τα ελληνικά κοινωνικά πρέπει, έπειθα τον εαυτό μου ότι ήμουν Σουηδέζα και λειτουργούσα ανάλογα». Πιάνει, αν δεν έχεις πρόβλημα να σε χαρακτηρίσουν και γραφικό. Οικονομικό. Διεύρυνε τον πνευματικό σου κόσμο για να καταλάβεις με πόσα λίγα υλικά αγαθά μπορείς να είσαι ευτυχισμένος. Εύρεση δουλειάς. Η ζωή μέσα από τις μικρές αγγελίες. Αν δεν έχεις καλό κονέ, ήλπιζε στην τύχη. Ωράρια εργασίας -αφού βρεις τη δουλειά. Μόνο οι μ.... ες δε συμβιβάζονται σ' αυτή τη ζωή. Ανεκπλήρωτοι πόθοι. Ζήτα από τη ζωή αυτό που θες, αλλά με συγκεκριμένες προδιαγραφές, και θα στο 'δώσει. Μπερδέματα. Απλώς ξεμπερδέψου. Μεγάλωσες πια. Αιώνια κενά. Ασ' τα όπως είναι. Αλλιώς δε θα λέγονται αιώνια.
Μια μέρα το είδα το σύνθημα σ' έναν τοίχο και κατάλαβα: «Το κλουβί είναι ανοιχτό, αλλά δε θα βγεις».
Motto: Τον καθένα τον πνίγει αυτό που δε θα επέλεγε αν είχε το σθένος να κάνει αυτό που επιθυμούσε, πληρώνοντας το ανάλογο τίμημα.
Sunday, January 14, 2007
Χαρά με το ζόρι
Της Σόνιας Ταλαντινού
Ξέρεις τι είναι να ξυπνάς Παραμονή Πρωτοχρονιάς με το άγχος της χαράς; Μέχρι και σε ψυχαναλυτή μπορεί να σε στείλει. Πίστεψέ με!
Παραμονή. Ωρα:15:30. Κέντρο της πόλης. Ο φωτισμός στα εμπορικά χαμηλώνει. Οι ιδιοκτήτες κάνουν το ταμείο της χρονιάς. Ξεχασμένοι κάνουν τα ψώνια του άγχους, ανόητα αυτοκίνητα ψάχνουν για πάρκινγκ. Μη, σας λέω, μη μιλάτε, η πόλη μου κοιμάται. Στολισμός με υπόνοια γιορτής, τοπίο από το «Χριστουγεννιάτικο εφιάλτη» του Μπάρτον και street happenings λιγότερα από αυτά που διοργανώνει η Πανμακεδονική Ενωση Ρουμελιωτών. Οι προνοητικοί, δηλαδή, κλεισμένο τραπεζάκι ή γωνία στο μπαρ, σπεύδουν για το γλέντι. Ποιο; Για τη νέα χρονιά που στρίβει σε λίγο από τη γωνία. Πάνε να δεις αν έρχομαι. Καλά, μην κοροϊδεύω τόσο. Κι εγώ για εκεί οδεύω.
Σε μια πόλη της Γαλλίας 500 άτομα έκαναν αντίσταση για το χρόνο που έρχεται και διαμαρτυρήθηκαν για τα χρόνια που φεύγουν και τα οποία -ίσως ηλιθιωδώς- καλοξεπροβοδίζουμε. Κάπως υπερβολικό; Μάλλον, αλλά το βιβλίο της ιστορίας δεν υπογράφουν συμβατικοί.
«Ενήλικο» μπαράκι στην Παύλου Μελά. Δέκα χρόνια μετά. Το πιο κεφάτο εκεί μέσα πρέπει να ήταν ο Γ. στο μπαρ, και σίγουρα όχι λόγω του ερχομού του νέου έτους. Πρόσωπα ελαφρώς κουρασμένα, θλιμμένα, παρεξηγημένα, ταξιδεμένα, βαρετά επαναλαμβανόμενα, αφηρημένα, προβληματισμένα του τύπου «να κάνω την υπέρβαση να διασκεδάσω ή να αφεθώ;», να κοπιάζουν για να δείχνουν γελαστά. Θέλει η ανία να κρυφτεί και η καταπίεση δεν την αφήνει. Είναι σαν τη βούλα των Ινδουιστών στο τρίτο μάτι, ξεχωρίζει από χιλιόμετρα. Κι, όμως, το άγχος της χαράς καραδοκεί τριγύρω, σαν βαμπίρ, έτοιμο να σε ρουφήξει ολόκληρο στη δίνη της ευτυχίας. Κι αν είσαι κακοδιάθετος; Τότε είσαι περίεργος, δεν εκτιμάς, είσαι η μειονότητα, κάνεις κάτι λάθος στη ζωή σου. Κι αν διασκεδάζω τις υπόλοιπες 364 ημέρες και απέχω την τελευταία, τι σημαίνει; Μήπως πάλι κάνω κάτι λάθος;
Λίγες ώρες αργότερα. Παραλία. Μπαρ - ρέστοραν.
Ολο το χρόνο μου παίζει τα ρέκβιεμ και το μοιρολόγι της μάνας -δήθεν ευρωπαϊκό ποιοτικό-, και σήμερα έχει μετατραπεί σε κλαμπ της σειράς, στο όνομα της χαράς της ημέρας. Λόγω της ημέρας Αντωνάκη μου... Θα το καταπιώ κι αυτό. Σύμφωνα με το Ρόμπερτ Λουί Στίβενς «δεν υπάρχει υποχρέωση που υποτιμάμε τόσο πολύ, όσο το να είμαστε χαρούμενοι». Ναι, αλλά υποτιμάτε κι εμένα. Κανείς δε θέλει να είμαι χαρούμενη όλη τη χρονιά; Μόνο σήμερα μου το επιβάλλετε; Δε γίνεται να είστε το ίδιο πιεστικοί και τις υπόλοιπες ημέρες; Σαν χάρη το ζητώ!
Αραγε, η χαρά έχει μέτρο; Κι αν ναι, πόση μπορεί να αντέξει ένας φυσιολογικός (όρος που δεν ερμηνεύεται πλέον με τα σημερινά δεδομένα, αλλά χρησιμοποιείται ευρέως) άνθρωπος μέσα σε 24 ώρες;
Λίγα μέτρα παρακάτω. Ιστορικό στέκι. Καθιερωμένο πρωτοχρονιάτικο πάρτι. Το Λεξοτανίλ θεωρώ ότι είναι πιο διεγερτικό. Ατμόσφαιρα ντουμάνι, σπίρτο ν' άναβες μπροστά σε ανάσα θα ανατιναζόμασταν από την αλκοόλη, plastic χαμόγελα, ευχές με το τουλούμι -μία ας πιάσει και τι στον κόσμο. Σε όλο αυτό μέσα, το κέφι άφαντο... «Μόλις έφυγε», μου είπαν και το δέχτηκα. Οι αυθεντικά κεφάτοι (σ.σ. αυτός που δε χρειάζεται να πιει, να χαπακωθεί ή να λοβοτομηθεί προκειμένου να αισθάνεται καλά) μου κάνουν λίγο σαν είδος υπό εξαφάνιση και υπό προστασία, ταυτόχρονα.
Αν υπακούς όλους τους κανόνες, τότε χάνεις όλο το κέφι. Και φάνηκε ότι σε ημέρες, όπως η Παραμονή Πρωτοχρονιάς υπακούμε σε όλους εκείνους τους κανόνες που επιβάλλουν ότι μια μέρα σαν κι αυτή πρέπει όχι μόνο να είμαστε, αλλά και να δείχνουμε ευτυχισμένοι.
Μακάρι, φέτος, να είναι η πιο διασκεδαστική μας χρονιά, σε καθημερινή βάση. Νιώσε ελεύθερος να ζεις την κάθε στιγμή, όπως αισθάνεσαι. Υπερασπίζομαι το δικαίωμά σου είτε είσαι στα χάι είτε στα ντάουν σου. Αντιστάσου, όμως, στη χαρά με το στανιό, αλλά και στη λύπη από υπερβολή ή βλακεία. Υπολείπονται 351 ημέρες. Προλαβαίνεις!
Ξέρεις τι είναι να ξυπνάς Παραμονή Πρωτοχρονιάς με το άγχος της χαράς; Μέχρι και σε ψυχαναλυτή μπορεί να σε στείλει. Πίστεψέ με!
Παραμονή. Ωρα:15:30. Κέντρο της πόλης. Ο φωτισμός στα εμπορικά χαμηλώνει. Οι ιδιοκτήτες κάνουν το ταμείο της χρονιάς. Ξεχασμένοι κάνουν τα ψώνια του άγχους, ανόητα αυτοκίνητα ψάχνουν για πάρκινγκ. Μη, σας λέω, μη μιλάτε, η πόλη μου κοιμάται. Στολισμός με υπόνοια γιορτής, τοπίο από το «Χριστουγεννιάτικο εφιάλτη» του Μπάρτον και street happenings λιγότερα από αυτά που διοργανώνει η Πανμακεδονική Ενωση Ρουμελιωτών. Οι προνοητικοί, δηλαδή, κλεισμένο τραπεζάκι ή γωνία στο μπαρ, σπεύδουν για το γλέντι. Ποιο; Για τη νέα χρονιά που στρίβει σε λίγο από τη γωνία. Πάνε να δεις αν έρχομαι. Καλά, μην κοροϊδεύω τόσο. Κι εγώ για εκεί οδεύω.
Σε μια πόλη της Γαλλίας 500 άτομα έκαναν αντίσταση για το χρόνο που έρχεται και διαμαρτυρήθηκαν για τα χρόνια που φεύγουν και τα οποία -ίσως ηλιθιωδώς- καλοξεπροβοδίζουμε. Κάπως υπερβολικό; Μάλλον, αλλά το βιβλίο της ιστορίας δεν υπογράφουν συμβατικοί.
«Ενήλικο» μπαράκι στην Παύλου Μελά. Δέκα χρόνια μετά. Το πιο κεφάτο εκεί μέσα πρέπει να ήταν ο Γ. στο μπαρ, και σίγουρα όχι λόγω του ερχομού του νέου έτους. Πρόσωπα ελαφρώς κουρασμένα, θλιμμένα, παρεξηγημένα, ταξιδεμένα, βαρετά επαναλαμβανόμενα, αφηρημένα, προβληματισμένα του τύπου «να κάνω την υπέρβαση να διασκεδάσω ή να αφεθώ;», να κοπιάζουν για να δείχνουν γελαστά. Θέλει η ανία να κρυφτεί και η καταπίεση δεν την αφήνει. Είναι σαν τη βούλα των Ινδουιστών στο τρίτο μάτι, ξεχωρίζει από χιλιόμετρα. Κι, όμως, το άγχος της χαράς καραδοκεί τριγύρω, σαν βαμπίρ, έτοιμο να σε ρουφήξει ολόκληρο στη δίνη της ευτυχίας. Κι αν είσαι κακοδιάθετος; Τότε είσαι περίεργος, δεν εκτιμάς, είσαι η μειονότητα, κάνεις κάτι λάθος στη ζωή σου. Κι αν διασκεδάζω τις υπόλοιπες 364 ημέρες και απέχω την τελευταία, τι σημαίνει; Μήπως πάλι κάνω κάτι λάθος;
Λίγες ώρες αργότερα. Παραλία. Μπαρ - ρέστοραν.
Ολο το χρόνο μου παίζει τα ρέκβιεμ και το μοιρολόγι της μάνας -δήθεν ευρωπαϊκό ποιοτικό-, και σήμερα έχει μετατραπεί σε κλαμπ της σειράς, στο όνομα της χαράς της ημέρας. Λόγω της ημέρας Αντωνάκη μου... Θα το καταπιώ κι αυτό. Σύμφωνα με το Ρόμπερτ Λουί Στίβενς «δεν υπάρχει υποχρέωση που υποτιμάμε τόσο πολύ, όσο το να είμαστε χαρούμενοι». Ναι, αλλά υποτιμάτε κι εμένα. Κανείς δε θέλει να είμαι χαρούμενη όλη τη χρονιά; Μόνο σήμερα μου το επιβάλλετε; Δε γίνεται να είστε το ίδιο πιεστικοί και τις υπόλοιπες ημέρες; Σαν χάρη το ζητώ!
Αραγε, η χαρά έχει μέτρο; Κι αν ναι, πόση μπορεί να αντέξει ένας φυσιολογικός (όρος που δεν ερμηνεύεται πλέον με τα σημερινά δεδομένα, αλλά χρησιμοποιείται ευρέως) άνθρωπος μέσα σε 24 ώρες;
Λίγα μέτρα παρακάτω. Ιστορικό στέκι. Καθιερωμένο πρωτοχρονιάτικο πάρτι. Το Λεξοτανίλ θεωρώ ότι είναι πιο διεγερτικό. Ατμόσφαιρα ντουμάνι, σπίρτο ν' άναβες μπροστά σε ανάσα θα ανατιναζόμασταν από την αλκοόλη, plastic χαμόγελα, ευχές με το τουλούμι -μία ας πιάσει και τι στον κόσμο. Σε όλο αυτό μέσα, το κέφι άφαντο... «Μόλις έφυγε», μου είπαν και το δέχτηκα. Οι αυθεντικά κεφάτοι (σ.σ. αυτός που δε χρειάζεται να πιει, να χαπακωθεί ή να λοβοτομηθεί προκειμένου να αισθάνεται καλά) μου κάνουν λίγο σαν είδος υπό εξαφάνιση και υπό προστασία, ταυτόχρονα.
Αν υπακούς όλους τους κανόνες, τότε χάνεις όλο το κέφι. Και φάνηκε ότι σε ημέρες, όπως η Παραμονή Πρωτοχρονιάς υπακούμε σε όλους εκείνους τους κανόνες που επιβάλλουν ότι μια μέρα σαν κι αυτή πρέπει όχι μόνο να είμαστε, αλλά και να δείχνουμε ευτυχισμένοι.
Μακάρι, φέτος, να είναι η πιο διασκεδαστική μας χρονιά, σε καθημερινή βάση. Νιώσε ελεύθερος να ζεις την κάθε στιγμή, όπως αισθάνεσαι. Υπερασπίζομαι το δικαίωμά σου είτε είσαι στα χάι είτε στα ντάουν σου. Αντιστάσου, όμως, στη χαρά με το στανιό, αλλά και στη λύπη από υπερβολή ή βλακεία. Υπολείπονται 351 ημέρες. Προλαβαίνεις!
Subscribe to:
Posts (Atom)